Ζούμε σε μια χώρα που η αναβάθμιση της παιδείας και η συνεχόμενη μεταρρύθμιση της είναι στις προτεραιότητες όλων των κυβερνήσεων ανεξάρτητα της ιδεολογικής τους ταυτότητας. Οι «μεταρρυθμίσεις» στην χώρα μας τις περισσότερες φορές ξεκινούν από το ζήτημα της εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και περιορίζονται σε κανονιστικές πράξεις διαχείρισης μιας κατάστασης με βάση και τις δημοσιονομικές ανάγκες.
Ταυτόχρονα όμως ο κόσμος προχωράει, οι επιστήμες εξελίσσονται, απαντώντας έτσι στην ανάγκη για νέες τεχνολογίες, νέα φάρμακα, νέα υλικά κλπ. Οι ίδιες οι κοινωνίες εξελίσσονται και έρχονται αντιμέτωπες με νέες προκλήσεις και ζητούμενα. Το σχολείο μας όμως παραμένει στάσιμο, με απαρχαιωμένα προγράμματα σπουδών που «ξηλώνονται» και «ξαναράβονται» για να υπηρετήσουν τις περιβόητες μεταρρυθμίσεις. Ο δημόσιος διάλογος εξακολουθεί να ασχολείται με θέματα που δεν έχουν καμία επαφή με το πραγματικά ζητούμενο.
Το ζητούμενο δεν μπορεί να είναι συντεχνιακό και να αφορά την αύξηση ή την μείωση των ωρών Φυσικής, Μαθηματικών, Καλλιτεχνικών κλπ. Το ζητούμενο είναι και πρέπει να είναι το περιεχόμενο των όποιων ωρών. Η συζήτηση λοιπόν οφείλει να ξεκινά από τους στόχους που πρέπει να υπηρετεί κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης και ποιος ο ρόλος του σχολείου στην επίτευξη αυτών των στόχων.
Σε ένα κόσμο ευμετάβλητο, το σχολείο οφείλει να θωρακίσει τα παιδιά μας με κριτική σκέψη, να διδάξει την επιστημονική μέθοδο ως τρόπο προσέγγισης προβλημάτων και να γίνει η θερμοκοιτίδα μιας κοινωνίας ενεργών πολιτών που θα μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις για την ζωή τους στο μέλλον. Τα σημερινά αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά εγχειρίδια σε μεγάλο βαθμό δεν μπορούν να ακολουθήσουν την εξέλιξη της επιστήμης και δημιουργούν στρεβλές εικόνες στους μαθητές για αυτή.
Είναι αναγκαίο σήμερα να προχωρήσει η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, μαζί με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής σε μια σοβαρή προσπάθεια για νέα αναλυτικά προγράμματα. Να συγκροτήσει επιτροπές διαβούλευσης από «ενεργούς» εκπαιδευτικούς κάθε βαθμίδας και να θέσει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα διαμόρφωσης αναλυτικών προγραμμάτων και νέων σχολικών εγχειριδίων, λαμβάνοντας υπόψη προτάσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς. Είμαστε διαθέσιμοι να συμβάλουμε σε κάθε προσπάθεια σε αυτή την κατεύθυνση.
Η απόφαση για περαιτέρω μείωση των ωρών διδασκαλίας της Φυσικής στην Β και Γ Λυκείου, δεν έχει κανένα επιστημονικό ή παιδαγωγικό χαρακτηριστικό, εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των «τακτοποιήσεων». Μαζί με αυτή την μείωση θα έχουμε και μια ακόμα «κοπτο-ραπτική» στην ύλη, πράγμα που γίνεται συνεχώς τα τελευταία 4 χρόνια με το μάθημα της Φυσικής στο Λύκειο.
Αλλά το ζήτημα δεν είναι οι ώρες διδασκαλίας, αλλά το περιεχόμενο της, ο τρόπος διδασκαλίας, ο τρόπος εξέτασης και τελικά πόσο χρήσιμη είναι η διδασκαλία ενός μαθήματος για την ανάπτυξη δεξιοτήτων σε ένα μαθητή που τελειώνοντας το σχολείο θα προχωρήσει ως ενήλικας την ζωή του.
Για τον Σύλλογο Φυσικών Κρήτης
Το Διοικητικό Συμβούλιο